Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

02 ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ


Τα δημογραφικά στοιχεία μιας περιοχής είναι πολύ σημαντικά για την κατανόηση κοινωνικοοικονομικών μεταβολών σε αυτή, καθώς αποτυπώνουν το δυναμισμό της και τις προοπτικές της κοινωνίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά επηρεάζονται σημαντικά από παράγοντες όπως η οικονομία και η ύπαρξη θέσεων εργασίας, αλλά και από την “ποιότητα ζωής” σε μια περιοχή, που συνδέεται με υποδομές και υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες στον τοπικό πληθυσμό. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε ορισμένες πολύ σημαντικές μεταβλητές του πληθυσμού των νησιών:
(α) Τον πληθυσμό και τις μεταβολές του τις τελευταίες δεκαετίες,
(β) Τη φυσική κίνηση,
(γ) Ποιοτικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού όπως η κατανομή ηλικιών και η μεταβολή της και
(δ) Το επίπεδο εκπαίδευσης του πληθυσμού.

2.1. Πληθυσμός

Η εξέλιξη του συνολικού πληθυσμού σε μακροχρόνιο περίοδο αντανακλά τον δυναμισμό της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας. Την 60ετία από το 1951 μέχρι την πρόσφατη απογραφή του 2011, η Ελλάδα συνολικά έχει καταγράψει αύξηση πληθυσμού κατά 41,7% που ήταν υψηλότερη κατά τη πρώτη 30ετία (27,6% την περίοδο 1951-1981) εξαιτίας των ιδιαίτερα θετικών δημογραφικών εξελίξεων την ίδια περίοδο παρά την σημαντική εξωτερική μετανάστευση. Η αύξηση αυτή είναι μικρότερη την επόμενη τριακονταετία (11,1% την περίοδο 1981-2011), παρά την εισροή μεταναστών μετά το 1990, εξαιτίας της σημαντικής μείωσης των γεννήσεων που έχει οδηγήσει σε μηδενική φυσική κίνηση.

Όσον αφορά στις εξελίξεις σε επίπεδο νησιού, γενικά, και με εξαίρεση των λίγων νησιών που καταγράφουν αύξηση του πληθυσμού συνεχώς, η περίοδος 1951 - 1981 μπορει να χαρακτηριστεί ως μια περίοδος πολύ σημαντικής πληθυσμιακής μείωσης για τα νησιά, ιδιαίτερα για τα μικρότερα από αυτά, αν και πολλά μεγαλύτερα νησιά έχασαν επίσης πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους (π.χ. Λέσβος, Χίος, Σάμος). Οι απώλειες αυτές αφορούσαν κατοίκους -κυρίως τους νεότερους σε ηλικία- που μετακινήθηκαν είτε σε μεγάλα ηπειρωτικά κέντρα, σπανιότερα σε γειτονικά μεγαλύτερα νησιά, είτε στο εξωτερικό. Από το 1981 και έπειτα, ο πληθυσμός αρχικά σταθεροποιείται και στη συνέχεια αυξάνεται λιγότερο ή περισσότερο ως το 2001 και παρουσιάζει μικτές τάσεις (μικρή αύξηση αλλά και μείωση σε πολλά νησιά) την επόμενη δεκαετία.

Έτσι, μόνο σε ένα νομό, αυτόν της Δωδεκανήσου καταγράφεται συνολική αύξηση πληθυσμού υψηλότερη από αυτή της χώρας την περίοδο 1951-2011 (57,2%) και σε 12 από τα 80 νησιά της χώρας. Από τα 12 αυτά νησιά,  τα 5 χαρακτηρίστηκαν χαρακτηρίζονται από σημαντική έντονη τουριστική ανάπτυξη για αρκετές δεκαετίες (Μύκονος, Ρόδος, Κως, Θήρα και Πάρος), 3 νησιά είναι στον Αργοσαρωνικό και επηρεάστηκαν από την αύξηση του πληθυσμού της Αθήνας και της Αττικής γενικότερα (Σαλαμίνα, Αίγινα και Αγκίστρι), ενώ τα υπόλοιπα 3 (ΘήραΑλόννησος, Σκιάθος, Ελαφόνησος κΠάρος και Αντίπαρος) κατέγραψαν αρχικά μείωση πληθυσμού κατά τη πρώτη 30ετία και πολύ υψηλή αύξηση στη συνέχεια εξ αιτίας της τουριστικής ανάπτυξης .
Η Περιφέρεια Κρήτης, η Εύβοια και η Ζάκυνθος και 8 επιπλέον νησιά βρέθηκαν το 2011 με πληθυσμό μεγαλύτερο απ’ ότι το 1951 συνήθως μετά από μια μείωση τη πρώτη 30ετία με σημαντικότερη αυτή της Ζακύνθου (-21,1%).

Μικρότερη ή μεγαλύτερη μείωση στο σύνολο της περιόδου κατέγραψαν 7 νομοί με τον Ν. Λέσβου να καταγράφει τη μεγαλύτερη μείωση (-33%) και τον Ν. Κέρκυρας τη μικρότερη (-1%). Μείωση κατέγραψαν και 55 νησιά  που ήταν ιδιαίτερα υψηλή κατά τη πρώτη περίοδο ενώ 22 από αυτά, κυρίως μικρά και απομονωμένα, έχασαν το 1/3 του πληθυσμού τους.

Ο πληθυσμός ενός νησιού επηρεάζει καθοριστικά το βαθμό αυτονομίας του, καθώς συνδέεται άμεσα με το εύρος και την ποικιλία δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών που είναι διαθέσιμες τοπικά τόσο στους κατοίκους όσο και στις επιχειρήσεις (χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσιάζονται στη συνέχεια του κειμένου στην ενότητα της προσβασιμότητας). Νησιά με πληθυσμό μικρότερο των 750 κατοίκων έχουν χαμηλή δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης με τα μικρότερα από αυτά να έχουν έλλειψη ακόμη και βασικών υπηρεσιών (π.χ. φούρνο). Σε πολλές περιπτώσεις στα νησιά αυτά έχει αναπτυχθεί τοπικό σύστημα μεταφορών που επιτρέπει στους κατοίκους να επισκέπτονται αυθημερόν ένα γειτονικό νησί όπως στη περίπτωση των Μικρών Κυκλάδων (Δονούσα, Σχοινούσα, Κουφονήσι, Ηρακλειά αλλά και η μεγαλύτερη Αμοργός συνδέονται με Νάξο, ο Αη Στράτης με Λήμνο, οι Οινούσες και τα Ψαρά με Χίο, οι Φούρνοι με Ικαρία/Σάμο). Από την άλλη πλευρά πολύ λίγα νησιά έχουν αρκετά μεγάλο πληθυσμό ώστε να θεωρούνται ότι προσελκύουν σημαντικές «αστικές» λειτουργίες: εκτός της Κρήτης που με πληθυσμό 622.922 κατοίκους και μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας (Ηράκλειο), έχει τις δυνατότητες αυτές, άλλα 5 νησιά (Ευβοια, Ρόδος, Κέρκυρα, Λέσβος και Χίος) με περισσότερους από 50.000 κατοίκους έχουν χαρακτηριστικά αστικού κέντρου όπως καθορίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ από τα 15 νησιά με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων διαθέτουν αστικό κέντρο.

Σε συνδυασμό με τη συνολική εξέλιξη του πληθυσμού δύο άλλα μεγέθη συμπληρώνουν την εικόνα της κατάστασης του πληθυσμού σήμερα: η φυσική κίνηση και η πυραμίδα ηλικιών.

2.2. Φυσική Κίνηση – Πληθυσμιακές Πυραμίδες


Η φυσική κίνηση εκφράζει το ρυθμό αντικατάστασης ενός πληθυσμού, καθώς συνδέει τις γεννήσεις και τους θανάτους σε μια περιοχή. Σήμερα, η φυσική κίνηση στην Ελλάδα είναι ελαφρώς αρνητική και έχει διατηρηθεί σε αυτά τα επίπεδα από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, εκφράζοντας μια σειρά από κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις, όπως την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, τη μεγάλη μείωση του αριθμού των παιδιών ανά γυναίκα και την αύξηση της ηλικίας πρώτης τεκνοποίησης, που με τη σειρά τους είναι αποτέλεσμα του μεγαλύτερου ποσοστού γυναικών που αναζητούν θέση στην αγορά εργασίας και της μείωσης του αριθμού παιδιών ανά οικογένεια. Έτσι, η φυσική κίνηση της Ελλάδας ήταν ελαφρώς αρνητική κατά τη περίοδο 2001-2013 (κατά 2806 άτομα) εξ αιτίας της αρνητικής εξέλιξης σε 9 από τις 13 Περιφέρειες. Από τις νησιωτικές Περιφέρειες τα Ιόνια και το Β. Αιγαίο κατέγραψαν μείωση 5.042 και 8.278 άτομα αντίστοιχα, ενώ το Ν. Αιγαίο και η Κρήτη είχαν αύξηση 11.589 και 19.863 άτομα αντίστοιχα. Η ποσοστιαία μεταβολή της φυσικής κίνησης σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό του 2011 ήταν -0,03 για το σύνολο της χώρας, -2,43 για τα Ιόνια, -4,15 για το Β. Αιγαίο, 3,19 για τη Κρήτη και 3,75 για το Ν. Αιγαίο.

Σε επίπεδο νησιών:
-          19 νησιά έχουν θετική φυσική κίνηση, μεγαλύτερη από τον σχεδόν μηδενικό μ.ο. της χώρας. Πρόκειται κύρια για τουριστικά νησιά όπως η Μύκονος (9,08), η Θήρα (8,68), η Ρόδος (6,49), η Κως (6,33), η Σκιάθος (3,65), η Πάρος (3,53), η Κρήτη (3,19), η Σύμη (2,12), η Πάτμος (1,02), η Ζάκυνθος (1,11) και μερικά άλλα μικρά νησιά όπως η Μεγίστη, η Αντίπαρος, η Τήλος, οι Λειψοί.
-          Η πλειοψηφία των νησιών παρουσιάζει αρνητικό αποτέλεσμα φυσικής κίνησης για τη τελευταία δεκαετία. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα υψηλό και αφορά μικρά και απομονωμένα νησιά όπως: Μεγανήσι -24,02, Τριζόνια -20,47, Οθωνοί -19,64, Κάλαμος -19,15, Αντικύθηρα -16,18, Κίμωλος -12,53 Σίκινος -11,36, Μαθράκι -10,33 και Ερεικούσσα -10,28. Από τα μεσαία και μεγάλα νησιά καταγράφουν αρνητική εξέλιξη η Ικαρία (24ο σε μέγεθος νησί) με -6,93 η Λήμνος (15ο) με -4,73, η Σύρος (13ο) με -2,23, η Λευκάδα (12ο) με -3,95, η Σάμος (11ο) με -3,89, η Κεφαλληνία (9ο) με 2,09, η Σαλαμίνα (8ο) με -2,68, η Χίος (6ο) με -3,10 η Λέσβος (5ο) με -4,45 και τέλος η Κέρκυρα (4ο) με -3,12. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά από αυτά τα νησιά έχουν καταγράψει αύξηση του συνολικού πληθυσμού τους μεταξύ των δύο απογραφών γεγονός που σχετίζεται με τη θετική καθαρή μεταναστευτική ροή.
-          Η ακαθάριστη γεννητικότητα (γεννήσεις ανά 1000 κατοίκους) στην Ελλάδα υστερεί του μέσου ευρωπαϊκού όρου (9,13ο/οο έναντι 10,4ο/οο). Σε επίπεδο νησιών μόλις 15 από αυτά έχουν δείκτη υψηλότερο του μέσου όρου της χώρας με τη Κάλυμνο, τη Μύκονο, τη Θήρα και τη Ρόδο να ξεπερνούν το 11ο/οο.
-          Η ακαθάριστη θνησιμότητα στην ΕΕ είναι 9,9 και στην Ελλάδα 9,14. 37 νησιά διαφόρων μεγεθών παρουσιάζουν θνησιμότητα μικρότερη του μέσου όρου.
-          Το προσδόκιμο ζωής στις νησιωτικές περιφέρειες είναι υψηλότερο του εθνικού μέσου όρου (80,8 έτη) και του ευρωπαϊκού (80,3 έτη) με τη Περιφέρεια Ιονίων να σημειώνει την υψηλότερη επίδοση σε εθνικό επίπεδο με 82,5, τη Περιφέρεια Β. Αιγαίου να ακολουθεί με 81,4 έτη, ενώ η Κρήτη 81,2 και το Ν. Αιγαίο με 80,8 έτη να υπολείπονται.

Η μετανάστευση των τελευταίων δύο δεκαετιών επηρέασε θετικά τον πληθυσμό πολλών περιοχών της χώρας. Σε επίπεδο χώρας το ποσοστό των κατοίκων με ξένη υπηκοότητα είναι 8,43%. Οι 3 από τις 4 νησιωτικές περιφέρειες έχουν ποσοστό υψηλότερο: το Ν. Αιγαίο 12,21%, τα Ιόνια 11,46% και η Κρήτη 10,17%. Σε επίπεδο νησιών 51 έχουν ποσοστό αλλοδαπών υψηλότερο του μέσου όρου: η Αλόννησος με 33,38%, η Μύκονος με 26,97%, η Ερεικούσσα με 26,01%, η Κέα 23,65% και η Σκιάθος με 22,36% έχουν τα υψηλότερα ποσοστά.

Η πυραμίδα των ηλικιών αποτελεί έναν τρόπο αποτύπωσης της γήρανσης του πληθυσμού, που είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δείκτες γονιμότητας μειώνονται και αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής, με προφανείς συνέπειες στη σχέση ενεργού και μη ενεργού πληθυσμού, στην ανάγκη για κατάλληλες υποδομές (μείωση των αναγκών για σχολεία ειδικά σε αγροτικές περιοχές, αύξηση των αναγκών για περίθαλψη ηλικιωμένων), μείωση εισφορών κοινωνικής ασφάλισης κλπ.

Σήμερα το ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ  με ηλικία κάτω των 15 ετών είναι 15,6%, και αναμένεται να υποχωρήσει ελαφρά στο 15% μέχρι το 2050. Τα αντίστοιχα ποσοστά του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών) είναι 66,2% και 56,9% αντίστοιχα, ενώ το ποσοστό των άνω των 65 ετών είναι 18,2% και αναμένεται να φτάσει το 2050 στο ποσοστό του 28,1%. Με βάση τις προβλέψεις ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων (ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 προς πληθυσμό 15-64) θα περάσει από 27,5 περίπου στο 50.

Στην Ελλάδα τα ποσοστά στις 3 βασικές ηλικιακές ομάδες με βάση την απογραφή του 2011 είναι 14,5%, 66,0% και 19,5% με δείκτη εξάρτησης 29,5 γεγονός που δείχνει μια κατάσταση ήδη χειρότερη από αυτή της ΕΕ. Στις νησιωτικές περιφέρειες παρουσιάζονται δύο εικόνες: τα Ιόνια και το Β. Αιγαίο έχουν μικρότερο ποσοστό πληθυσμού νεαρής ηλικίας (14,3% και 14,0% αντίστοιχα) και υψηλότερο βαθμό εξάρτησης (32,9% και 35%). Αντίθετα, Ν. Αιγαίο και Κρήτη παρουσιάζουν καλύτερα αποτελέσματα από τον μ.ο. της χώρας: 16,2% και 16,7% σε ότι αφορά στον πληθυσμό κάτω των 14 ετών και δείκτη εξάρτησης 23,6 και 26,8 αντίστοιχα.

Σε επίπεδο νησιών η διαφοροποίηση είναι πολύ μεγαλύτερη:
-          58 νησιά έχουν πληθυσμό κάτω των 14 ετών σε ποσοστό μικρότερο του εθνικού μέσου όρου και κοντά στο μέσο όρο όλων των νησιών (13,6), ενώ 16 νησιά έχουν κάτω από 10%,
-          51 νησιά έχουν πληθυσμό άνω των 65 ετών υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο,
-          28 νησιά έχουν δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων καλύτερο από τον μέσο όρο της χώρας.

Στα νησιά που έχουν συνολικά καλούς πληθυσμιακούς δείκτες κατατάσσονται τα τουριστικά νησιά (Ρόδος, Κρήτη, Κως, Πάρος, Θήρα, Μύκονος, Ζάκυνθος, Ιος, Σκιάθος) και ένας αριθμός άλλων μικρών νησιών που για λόγους συνδεόμενους με την μετανάστευση (έξοδο) των παλαιότερων δεκαετιών δεν έχουν μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων.


Οι εξελίξεις αυτές επηρεάζονται τόσο από τη φυσική κίνηση του πληθυσμού, όσο και από τη μετανάστευση.

2.3. Επίπεδο Εκπαίδευσης


Το επίπεδο εκπαίδευσης του πληθυσμού αποτελεί ένα σημαντικό ποιοτικό στοιχείο που αφορά τη δυνατότητα του να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες προκλήσεις, να αφομοιώνει τις νέες τεχνολογίες και καινοτομίες αλλά να παράγει και δικές του είτε αφορούν παραγωγικές διαδικασίες, νέα προϊόντα, οργάνωση της παραγωγής κλπ., τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Με βάση την απογραφή του 2011, το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας που έχει ολοκληρώσει την ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση είναι 15,9%. Οι νησιωτικές περιφέρειες υπολείπονται από το επίπεδο αυτό, με τη Περιφέρεια Ν. Αιγαίου (ΠΝΑ) να σημειώνει τη χαμηλότερη επίδοση (10,9%) -που είναι και η χειρότερη σε επίπεδο χώρας- και τη Κρήτη την καλύτερη μεταξύ των νησιών (13,7%) και την 3η σε επίπεδο χώρας. Το επίπεδο αυτό το ξεπερνά μόνο η Περιφέρεια Αττικής με 21,0%, ενώ το πλησιάζει η Π. Κεντρικής Μακεδονίας λόγω Θεσσαλονίκης.

Σε επίπεδο νησιών, 52 από τα 77 νησιά για τα οποία υπάρχουν στοιχεία έχουν ποσοστό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης χαμηλότερο από αυτό της ΠΝΑ, ενώ την Κρήτη ξεπερνούν μόνο η Μεγίστη, τα Αντικύθηρα και η Γαύδος, όπου η  υψηλή αυτή επίδοση πρέπει προφανώς να οφείλεται σε παλιννόστηση έστω και μικρού αριθμού ατόμων με πανεπιστημιακές σπουδές. Σε υψηλό σχετικά επίπεδο κινούνται η Λευκάδα (13,6%) και η Χίος (13,5%), ενώ τα υπόλοιπα νησιά βρίσκονται κάτω από το όριο των 13%.

Σε ότι αφορά στον αντίθετο δείκτη, δηλαδή το ποσοστό του πληθυσμού που έχει στη καλύτερη περίπτωση ολοκληρώσει το Γυμνάσιο, τα δεδομένα ακολουθούν παρόμοιες κατανομές, με τη Περιφέρεια των Ιονίων να έχει τη χειρότερη επίδοση με 54,7%, σημειώνοντας την 3η χειρότερη επίδοση πανελλαδικά και τη Κρήτη την καλύτερη μεταξύ των νησιών με 50,2% και 3η πανελλαδικά όταν ο μέσος εθνικός όρος είναι 46,6% και η επίδοση της Αττικής 36,2%.

Σε επίπεδο νησιών, 13 νησιά έχουν καλύτερη επίδοση από εκείνη της Κρήτης και 6 καλύτερη από το μέσο όρο της χώρας (Οινούσες, Μεγίστη, Μύκονος, Πόρος, Τήλος, Χίος). Τέλος 20 νησιά, κυρίως μικρά πλην της Θάσου και της Λέρου έχουν ποσοστό πληθυσμού με χαμηλό επίπεδο μόρφωσης πάνω από 60%.